Μια αληθινή ιστορία σύγχρονης ελληνικής πραγματικότητας
O Αλέξανδρος είναι πατέρας δύο μικρών παιδιών. Η πρώην σύζυγός του και μαμά των παιδιών του είναι Ελληνίδα. Τα παιδιά γεννήθηκαν στη Σουηδία όπου και διέμεναν ως οικογένεια την εποχή εκείνη. Το ζευγάρι αποφάσισε να χωρίσει συναινετικά και το διαζύγιο εκδόθηκε στη Σουηδία, όπου ισχύει ο θεσμός της κοινής και αδιάσπαστης γονικής επιμέλειας και μετά το διαζύγιο, την οποία επιτυχώς ασκούσαν επί δύο συνεχή έτη. Στην Σουηδία, επίσης, ισχύει ο θεσμός της εναλλασσόμενης κατοικίας και ίσου χρόνου των παιδιών στα δύο σπίτια, της μαμάς και του μπαμπά, με εβδομαδιαία εναλλαγή στον καθένα διατηρώντας ως μόνιμο τόπο κατοικίας του παιδιού τον ίδιο Δήμο που ζούσε η οικογένεια πριν χωρίσει, όπως και συνέβη στην περίπτωση του Αλέξανδρου. Οι γονείς, δηλαδή, και μετά το διαζύγιο συνεχίζουν υποχρεωτικά να συναποφασίζουν για όλα τα θέματα που αφορούν την ανατροφή των παιδιών τους, όπως υγεία, εκπαίδευση, τόπος κατοικίας. Οι δείκτες ευημερίας των παιδιών που μεγαλώνουν σε αυτό το πλαίσιο καθώς και η συναισθηματική τους ισορροπία είναι σε υψηλότατα επίπεδα.
Κατόπιν κοινής τους συμφωνίας, οι πρώην σύζυγοι μαζί με τα παιδιά τους βρέθηκαν στην Ελλάδα. Η μητέρα γνωρίζοντας ότι στην Ελλάδα η επιμέλεια των παιδιών παραδοσιακά αποδίδεται κατ΄ αποκλειστικότητα στον έναν από τους δύο γονείς, και συνηθέστερα την μητέρα, προσέφυγε στην ελληνική Δικαιοσύνη εκ νέου. Μετά την εμπλοκή της ελληνικής Δικαιοσύνης, ανετράπη η ρύθμιση της κοινής επιμέλειας, η οποία αποδόθηκε εξ ολοκλήρου στην μητέρα των παιδιών, η οποία λαμβάνει πλέον όλες τις αποφάσεις που αφορούν την καθημερινότητα των παιδιών. Με τον τρόπο αυτό, ο πατέρας δεν έχει πλέον κανένα λόγο στην ανατροφή, εκπαίδευση και υγεία των παιδιών του. Επιπλέον, η επικοινωνία των παιδιών με τον πατέρα τους κατέστη προβληματική εξαιτίας του θεσμικού πλαισίου και της εν λόγω απόφασης του Έλληνα δικαστή. Για τον πατέρα έχει καταστεί αδύνατο να έχει πρόσβαση σε πληροφορίες που αφορούν την καθημερινότητα των παιδιών του. Αγνοεί πληροφορίες για τα παιδιά του σχετικά με θέματα υγείας, εκπαίδευσης, συμπεριφοράς, κοινωνικότητας, αντιδράσεων, στο σχολείο κλπ. Συχνά αναγκάζεται να ζητήσει την έκδοση εισαγγελικής παραγγελίας, για να ενημερωθεί για θέματα υγείας των παιδιών του! Οι γονείς κατοικούν πλέον σε διαφορετικές πόλεις, και ενώ ο πατέρας έχει διερευνήσει τις πιθανότητες μετακίνησής του στην πόλη που διαμένουν τα παιδιά του, τα ελληνικά δικαστήρια δεν θα του δίνουν ουσιαστικό ρόλο στην ανατροφή τους, ούτε περισσότερο χρόνο με αυτά.
Η παραπάνω ιστορία αποτελεί παράδειγμα του πώς οι ίδιοι γονείς με τα ίδια παιδιά σε διαφορετικά θεσμικά πλαίσια δυο ισότιμων κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που σε πολλά άλλα έχουν κοινή πορεία, τυγχάνουν διαφορετικής μεταχείρισης με αντίκτυπο στην ανατροφή των παιδιών. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι το ελληνικό δικαστήριο παρέλαβε μία εξαιρετικά δίκαιη ρύθμιση κοινής επιμέλειας, που ωφελούσε ουσιαστικά τα παιδιά με την παρουσία και των δύο γονέων στην καθημερινότητα και την ανατροφή τους, μετατρέποντάς την σε μία άδικη που συντηρεί την αντιδικία μεταξύ των γονέων. Επομένως, η καταγωγή των γονέων ή η τοπική κουλτούρα είναι επιχειρήματα που θα πρέπει να επαναπροσδιοριστούν. Σαφέστατα δεν υφίσταται οποιαδήποτε υπεροχή των Σουηδών έναντι Ελλήνων ή άλλων λαών, μια τέτοια παραδοχή θα συνιστούσε βιοκοινωνικό φυλετισμό. Είμαστε όλοι ίσοι κοινωνικά και ίδιοι βιολογικά. Το πλαίσιο των κανόνων (Νόμοι) είναι αυτό που καθορίζει τις ανθρώπινες συμπεριφορές και διαμορφώνει την κουλτούρα του κάθε λαού.
Εντός της Ευρώπης μοιραζόμαστε κοινές καταβολές και θεσμούς σχεδόν στα πάντα -πλην της κοινής επιμέλειας ανήλικων τέκνων-. Αυτό που συνιστά την υπεροχή στο οικογενειακό Δίκαιο των Σουηδών, όπως και πλείστων άλλων χωρών, είναι η εναρμόνιση με τα ανθρώπινα δικαιώματα, τις συστάσεις των ευρωπαϊκών ψηφισμάτων (2079/2015), την νομική ισότητα των γονέων και την ακολουθία της πολιτείας ως προς τα επιστημονικά πορίσματα χρόνιων μελετών με την επιπρόσθετη εφαρμογή τους μέσω νομοθετικού πλαισίου με πλήρη σαφήνεια και με μοναδικό γνώμονα το όφελος του παιδιού και τις ψυχοσυναισθηματικές του ανάγκες. Ο σκοπός της κοινωνίας είναι να εξελίσσεται προς το καλύτερο. Γιατί λοιπόν να μην το κάνει και η Ελλάδα; Μία χώρα που παρήγαγε και διέδωσε πολιτισμό; Ποιος ο λόγος εμμονής και προσκόλλησης σε ένα μοντέλο που αποτυγχάνει παταγωδώς εδώ και δεκαετίες εις βάρος των παιδιών και δεν ανταποκρίνεται πια στην κοινωνική πραγματικότητα; Γιατί δύο Έλληνες γονείς είναι ικανοί να εφαρμόσουν με επιτυχία την κοινή επιμέλεια σε μία άλλη χώρα και όχι στην Ελλάδα; Τί άλλαξε εκτός από την γεωγραφική τους θέση; Τι είναι εκείνο που θέτει τα παιδιά σε κίνδυνο ψυχοσυναισθηματικών προβλημάτων στην Ελλάδα και όχι αλλού;
Ενεργοί Μπαμπάδες για τα δικαιώματα του παιδιού (ΑΜΚΕ)